Φέλιξ Γκουαταρί: Ακόμη περισσότερη διαστροφή

Ο Φελίξ Γκουαταρί ( 1930-1992) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και ψυχίατρος. Συνεργάστηκε για πολλά χρόνια με τον Ζιλ Ντελέζ και έγραψαν μαζί τέσσερα βιβλία.

Φέλιξ Γκουαταρί: Ακόμη περισσότερη διαστροφή

[κλικ στα ακουστικά 🎧 για να ακούσεις το άρθρο]

(απομαγνητοφώνηση: Κωνσταντίνος Σύρμος)

Τι είναι η Φιλοσοφία

Η φιλοσοφία. είναι ένα είδος, όπως υπάρχει φιλολογικό, αισθητικό ή πολιτικό είδος. Αυτό το είδος λειτουργεί με την ενέργεια του άπειρου που στηρίζεται σ’ αυτά τα πράγματα που λέγονται έννοιες. Φίλος είναι αυτός που στρέφεται προς τον άλλον κι αντιπροσωπεύει τον άλλον, όχι σε μία σχέση ταύτισης, αφού η φιλία είναι παράλληλη με μια αγωνιώδη σχέση. Αλλά, μέσα απ’ αυτή τη σχέση μοναδικότητας με τον άλλον, ξετυλίγεται ένας συγκεκριμένος κόσμος. Μέσα στη συνενοχή της φιλίας υπάρχει ένας τρίτος όρος κι αυτός είναι ο κόσμος που υφαίνουμε, διαμορφώνουμε. Η Σωκρατική φιλία δεν ισοδυναμεί με την ομοφυλοφιλική ταύτιση, με την ενσάρκωση του άλλου, είναι κάτι που υπάρχει για ν’ απλώσει ένα δίχτυ πέρα από κάθε ενδοπροσωπική σχέση, Δίνει μια υφή σ’ έναν τύπο υποκειμένου που είναι το εννοιολογικό αντικείμενο. Με τον Ντελέζ είμαστε φίλοι γιατί δημιουργούμε έναν κόσμο αλλά δεν είμαστε και φιλαράκια. Για παράδειγμα, με τον Ντελέζ πάντα μιλάμε στον πληθυντικό. Κρατήσαμε μια μεγάλη επαφή αλλά και μια φιλική απόσταση σα να το είχαμε ανάγκη για να διατηρήσουμε τη συνοχή της κοινής μας ταπητουργίας.


«Ο Φελίξ Γκουταρί, ο φίλος του Ντελέζ, όλο αυτό το πλατωνικό θέατρο της φιλίας που ο ένας πολλαπλασιάζεται μέσα στον άλλον, ο ένας ταυτίζεται μες τον άλλον και, οι δυο μαζί, παίρνουν μια δύναμη τραγική. Έτσι έχουν γράψει τα βιβλία που τους έκαναν γνωστούς σ’ όλον τον κόσμο. Τον Αντι-Οιδίπους, τα Χίλια Επίπεδα, το Il Plato, το Ρίζωμα, τον Κάφκα και το τελευταίο βιβλίο τους: Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια».


Δεν είπα ποτέ πως ο ψυχασθενής είναι ήρωας ή επαναστάτης και θ’ αντικαταστήσει τους αρχηγούς της εργατικής τάξης. Ή πως ήταν ο αγωνιστής των εργοστασίων Πουτιλόφ το 1917. Απλώς, αυτό που παρατηρώ στη σχέση μου μ’ έναν ψυχασθενή, για παράδειγμα στην κλινική αυτή που δουλεύω, είναι ότι θέτει ερωτήματα που εμείς αποφεύγουμε όσο μπορούμε. Θέτει σε αμφισβήτηση τον κόσμο των βασικών αξιών, τις κοινωνικές σχέσεις, την ύπαρξή μας, το συναίσθημα. Δίνει νέες διαστάσεις στη θεωρία των συμβόλων και στη σημειολογία. Αντιτίθεται στον κόσμο μας που υπέκυψε στα μέσα ενημέρωσης. Αποτελεί λοιπόν ένα σημαντικό πειραματικό εργαστήριο. Κανείς δε δίνει δεκάρα για την ψυχιατρική. Την ξεχνάμε στην αφόρητη μιζέρια της. Πήγα στη Λέρο κι είδα πολύ δυσάρεστα πράγματα. Πήγα και σε νοσοκομεία στα προάστεια των Αθηνών κι ήταν φρικτά αυτά που έβλεπε κανείς. Τι κάνουμε όμως με την ψύχωση, τη σχιζοφρένεια; Τι κάνουμε με την ψυχιατρική; Το ερώτημα δεν αφορά μόνο το καλό του κοινωνικού τομέα αλλά και το: τι κάνει κανείς με τον προσωπικό του παραλογισμό; Τι κάνει με τους πόθους του; Με τη σχέση του με τον κόσμο; Με τη μοναδικότητά του, τη γέννα και το θάνατό του; Υπάρχουν όλα αυτά; Είναι θέματα σημαντικά; Όχι, εμάς δε μας αφορούν. Κάνουμε τηλεοπτικά προγράμματα, είμαστε στην Κοινή Αγορά κι αυτά τα άλλα δεν είναι στο πρόγραμμα. Εμένα πάντως μ’ εκπλήσσει πολύ αυτό, γιατί είναι κάτι που αφορά τον πυρήνα της ύπαρξης.




Το πρόβλημα που τίθεται με διαφορετική ορολογία, είναι να συλλάβει κανείς τη μοναδικότητα του άλλου χωρίς να μπει σε μια σχέση ταύτισης ή αυθυποβολής. Και να γίνει, με άλλη μορφή, φίλος μιας εφικτής διαδικασίας, που δεν αναφέρεται σε απόλυτες έννοιες υποκειμενικότητας, όπως Φροϋδιανά συμπλέγματα, ή το υποσυνείδητο του Λακάν, αλλά πλάθει τη δική της χαρτογραφία, δημιουργεί τη δική της μετά-προτυποποίηση. Κι επιτρέπει στο άτομο ανάλογα με τις περιστάσεις, να επαναδιαμορφώσει τα υπαρξιακά του εδάφη που ήταν βυθισμένα στο άγχος, στην απομόνωση. Του επιτρέπει να ξαναπλάσει τις σχέσεις του με τον κόσμο, τη δυνατότητα να ζήσει. Επομένως, είναι μια δραστηριότητα έξω από κάθε πρότυπο, που ακολουθεί τον παραδειγματισμό της αισθητικής περισσότερο απ’ την επιστήμη. Αφού η θεραπεία αφορά τη διαμόρφωση ενός μοναδικού έργου.


«Έχω τους λόγους μου να πιστεύω, ότι το τελευταίο κεφάλαιο του Αντι-Οιδίποδα, του έργου των Ντελέζ – Γκουαταρί, που έχει μεταφραστεί από χρόνια και στην Ελλάδα, το: Εισαγωγή στην Σχιζο-ανάλυση, είναι ένα κείμενο γραμμένο από τον Γκουαταρί. Εδώ υπάρχουν λαμπρές παρατηρήσεις: το ασυνείδητο δεν είναι ούτε θέατρο, ούτε σκηνή, αλλά είναι μια μηχανή, είναι πληθυσμοί, είναι ομάδες, είναι περιθωριακές ομάδες, είναι γκρουπούσκουλο ως ομάδα. Το ασυνείδητο είναι μια μηχανή πολέμου, που διέρχεται, περνάει μέσα από τις ερήμους της μη χωροταξιμένες και της μη πολεοδομημένες και διαχέει την επιθυμία. Φτιάχνει κανάλια υδρευτικά, ποτίζει τα ξεραμένα μας μυαλά».


Η χαοσμική σχέση με τον κόσμο

Οι καλλιτέχνες κατά τις μεγάλες εννοιολογικές ρήξεις που εισήγαγε ο Μαρσέλ Ντουσάμπς, ο Τζον Κέιτζ και άλλοι, δουλεύουν όλο και πιο πολύ χωρίς δίχτυα, χωρίς βάσεις. Δεν έχουν πια υπερβατικές αξίες, δουλεύουν για την ίδια την έκφραση της αισθητικής σχέσης. Κι έτσι, αυτοί αποτελούν τους πιο θαρραλέους πυρήνες στη σχέση τους με τη δημιουργικότητα. Υπάρχουν κι άλλοι: Τα παιδιά στην ηλικία της αφύπνισης, οι ψυχωτικοί, οι καλλιτέχνες, οι ερωτευμένοι, οι πάσχοντες από AIDS κι οι μελλοθάνατοι. Όλοι τους έχουν αυτή τη χαοσμική σχέση με τον κόσμο. Οι καλλιτέχνες φτιάχνουν όργανα, δημιουργούν διαδρομές για να μπορέσουν να φτάσουν αυτή τη διάσταση που λέει: «Τι κάνω εδώ; Τι είναι αυτός ο πλανήτης; Σε τι να κρατηθώ;» Σε τίποτα το υπερβατικό, μπορείς να κρατηθείς μόνο απ’ την ενυπάρχουσα διαδικασία της δημιουργικότητας. Ήθελα ακόμα να πω, πως σήμερα το αισθητικό παράδειγμα έξω απ’ την παραγωγή αισθητικών έργων, απασχολεί εξίσου την επιστήμη όσο και την παιδαγωγική, την πολεοδομία, την ιατρική και την ψυχιατρική, γιατί πρόκειται για την ίδια την υπαρξιακή μεθοδολογία, την υπαρξιακή μικρό-πολιτική, που αναπτύσσεται και λαξεύεται απ’ την αισθητική προοπτική. 

Η περιθωριοποίηση

Σήμερα δεν έχουμε μείωση στο ποσοστό των περιθωριακών, αφού ολόκληροι ήπειροι γίνονται περιθωριακοί. Η Αφρική είναι μια τερατώδης περιθωριακή ήπειρος. Σήμερα 600 εκατομμύρια Αφρικανών ζουν σε μια απερίγραπτη ερήμωση και μέχρι το 2025 θα είναι 3 δισεκατομμύρια. Τι μπορεί να γίνει; Το 2025 έφτασε στο άψε σβήσε. Το πρόβλημα των περιθωριακών δεν έχει λυθεί στην Αφρική ή στη Λατινική Αμερική. Σε χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Χιλή, η Αργεντινή, που εφαρμόζουν τη γραμμή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, λέμε πως πάνε καλά γιατί έχουν δώσει λύση στον πληθωρισμό. Επωφελείται όμως μόνο το 20%, το 80% ζει μέσ’ την αθλιότητα. Τα παραδείγματα μπορούν να πολλαπλασιαστούν. Σήμερα στο Πακιστάν, εξακολουθεί η δουλεία παιδιών 4 ή 5 ετών, που φτιάχνουνε πλίνθους και ζούνε μέσ’ τη λάσπη. Αυτή η σκλαβιά επικρατεί σ’ όλες τις Ασιατικές χώρες που παγιδεύτηκαν απ’ τις νέες βιομηχανικές δυνάμεις. Μπορεί να πούμε πως οι περιθωριακοί ελαττώθηκαν στη Δύση, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν αληθεύει στα γκέτο του Νότιου Μπρονξ στη Νέα Υόρκη, ούτε και στα προάστεια του Παρισιού. Δεν ξέρω τι γίνεται στην Αθήνα. Μπορεί σήμερα οι περιθωριακοί να μην έχουν πολιτική συνείδηση αλλά κι αυτό δεν είναι σίγουρο, πρέπει να εξακριβωθεί. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν λιγότερη απήχηση. Το περιθώριο δεν είναι τόσο της μόδας όσο στη δεκαετία του ’60. Ωστόσο, σήμερα έχουμε μια καταστροφική τάση προς την περιθωριοποίηση πληθυσμών σε πλανητική κλίμακα. Οι άνθρωποι που παγιδεύτηκαν από μία καταναλωτική κοινωνία, από σχήματα όπως τη διαφήμιση που χειρίζεται την κοινή γνώμη, από μία μονο-διάστατη πολεοδομία, όπως λέγαμε παλιά, δεν πρέπει να θεωρηθούν ηλίθιοι γι’ αυτό το λόγο ή ότι είναι πρόβατα ή ζώα. Ξαναστήνουν τα υπαρξιακά τους εδάφη στη δική μας κλίμακα. Οι νέοι φτιάχνουν συγκροτήματα, δένονται με τη μουσική ροκ και τελικά επαναδημιουργούν ψευδο-κοινωνίες που βασίζονται στο έγκλημα, στα ναρκωτικά, στην αυτοκτονία. Παρόλα αυτά γαντζώνονται στο περιεχόμενο της ύπαρξης μ’ ό,τι τρόπο μπορούνε στα πλαίσια μιας δυϊστικής κοινωνίας, όπου η καπιταλιστική αριστοκρατία ελέγχει την εξουσία, ελέγχει το χρήμα και τις τηλεπικοινωνίες. Κι απ’ την άλλη, είναι μια μάζα ανθρώπων χαμένων μέσ’ τον κόσμο, που ζούνε σ’ ένα απίστευτα αποξενωτικό πολεοδομικό σύνολο κι ανήκουν σ΄ ένα παραγωγικό σύνολο όπου δε βρίσκουν θέση. Σήμερα η ανεργία αγγίζει πολύ τους νέους. Ακόμα κι οι νέοι που μπαίνουν στη διαδικασία παραγωγής γίνονται περιθωριακοί, κι ας έχουν ενταχθεί σ’ ένα σύνολο.

Αυτή την κρίση, εγώ την ονομάζω οικο-σοφική, για να διευρύνουμε την έννοια της περιβαλλοντικής μόλυνσης, να μην αφορά μόνο τις υλικές τις διαστάσεις αλλά και την κοινωνική και πνευματική μόλυνση. Για να ενταχθούν όλες αυτές οι οικολογικές διαστάσεις, δημιούργησα τον όρο οικο-σοφία. Αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα επανασύστασης της ζωής απ’ όλες τις πλευρές, τις υλικές και κοινωνικές. Πρέπει να διαμορφωθεί ένας προβληματισμός της οικολογίας.



Το ντιβάνι του φτωχού

Ας πούμε πως είναι ένα ντιβάνι, που στην καλύτερη περίπτωση είναι το δημιουργικό σινεμά, αλλά που τώρα παραχωρεί τη θέση του στο εμπορικό σινεμά ή στην τηλεοπτική σειρά. Τότε δεν είναι πια ψευδο-ντιβάνι, είναι ναρκωτικό, γιατί μετατρέπεται σε μια σχέση σαγήνευσης. Ανάβουμε την τηλεόραση και περιμένουμε τα ίδια πρόσωπα, τις ίδιες φράσεις, τις ίδιες έννοιες. Ό,τι ιστορικές ανακατατάξεις μπορεί να υπάρξουν στον κόσμο, επεξεργάζονται μέσα από το φίλτρο της μαζικής ενημέρωσης και γίνονται μια σούπα χωρίς σημασία, όπου τίποτα πια δεν μπορεί να συμβεί. Είμαστε παγιδευμένοι στον κλοιό της μαζικής ενημέρωσης. Ο Βιριντιώ τ’ ονομάζει αυτό: συστολή της «τρομο-σφαίρας», γιατί δεν υπάρχει τρόπος να μετακινηθεί κανείς από κει. Για παράδειγμα, την εποχή του Πολέμου στον Κόλπο, είδαμε πως η επικαιρότητα της τηλεόρασης εξουσιαζόταν απ’ το «Τώρα», τη σχέση του άμεσου, του τι θα συμβεί «τώρα». Ενώ εξυπακούεται πως δεν θα συμβεί τίποτα, πως ό,τι κι αν συνέβαινε θα το απορροφούσε αμέσως και θα το ισοπέδωνε ένα είδος καθησυχασμού από ένα σχολιαστή, που θα εξηγούσε τα πράγματα. Από ένα στρατηγό, όπως στον Πόλεμο του Κόλπου, που θα έκανε εξειδικευμένα, συχνά γελοία σχόλια. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει με τα μίντια συμβαίνει κι αλλού. Το παρατηρούμε για παράδειγμα και στον τομέα της οικονομίας. Σήμερα οι οικονομολόγοι όλου του κόσμου ισχυρίζονται πως επικρατεί μια αντικειμενικότητα στα οικονομικά θέματα. Κι όλα γίνονται επειδή δεν γίνεται διαφορετικά, γιατί δεν υπάρχουν άλλα εφικτά σχήματα, δεν υπάρχουν μεταλλάξεις ούτε δυνατότητες παράκαμψης. Αντίθετα πρέπει να επανεισαχθεί μια επιστροφή στην εμμονή, μια επιστροφή στη χαοσμικότητα. Να παραδεχθούν πως ναι, μια πλευρά της διεθνούς οικονομίας, οδηγεί στην καταστροφή του 80% των πληθυσμών της γης από μόλυνση και τρομακτική οικολογική ερείπωση. Αλλά υπάρχουν δυνατότητες: μια άλλη οικονομία είναι εφικτή. Άλλα μέσα ενημέρωσης. Άλλη φιλοσοφία, είναι εφικτή, όπως είναι κι άλλες μορφές τέχνης. Το θέμα του εφικτού, του επανελέγχου, της επανιδιοποίησης, τίθεται σήμερα κι είναι πολύ επείγον. Γιατί, αν τίποτα άλλο εκτός από τα ήδη υπάρχοντα δεν είναι εφικτό, τότε καλπάζουμε προς μια διαπλανητική καταστροφή.

Η κοινή γνώμη

Νομίζω πως πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί, γιατί η ατομική και συλλογική υποκειμενικότητα δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο κομμάτι, δεν υπάρχει ένα υποκείμενο, ένα ατομικό γνώρισμα που καθορίζει τη σύστασή του. Αποτελείτε από πολλά στρώματα κι επίπεδα. Η κοινή γνώμη μπορεί να φαίνεται εντελώς ηλίθια, ν’ ακολουθεί τη μόδα και τις σφυγμομετρήσεις. Μπορεί να γίνει ρατσίστρια, ν’ αποκοπεί απ’ τον κόσμο, να πάψει να βλέπει τη δυστυχία του Τρίτου Κόσμου, αλλά μπορεί να έχει κι απότομες αναλαμπές. Παραδείγματος χάρη, σήμερα στη Γαλλία παρατηρούμε, δεν ξέρω αν αυτό ισχύει και στην Ελλάδα, μια τρομερή δυσπιστία απέναντι στον τύπο και στην τηλεόραση. Κι αυτό συνέβη μετά τον Περσικό και τα γεγονότα στη Ρουμανία: «Ώστε μας κοροϊδεύετε, σας εμπιστευόμαστε κι ανακαλύπτουμε πως ψεύδεστε αδιάντροπα». Το ίδιο συμβαίνει κι απέναντι στην πολιτική εξουσία. Επομένως, η κοινή γνώμη είναι σαν ένα άτομο που αφήνεται γιατί δε δίνει δεκάρα, και λέει: «αφού το λέτε, έτσι θα ‘ναι», αλλά κάποτε συνέρχεται απότομα, με ταχύτητα φωτός, και λέει: «Όχι, δε σας πιστεύαμε πια καθόλου». Η κοινή γνώμη μπορεί να έχει αναλαμπές τεράστιας έντασης και τεράστιας συλλογικής ευφυίας. Στην Κίνα π.χ., είδαμε ένα ξύπνημα της κοινής γνώμης με τα γεγονότα της Τιέ Να Μιέν, όπου ξαφνικά όλοι λέγανε: «Δεν πάει άλλο, πρέπει να σταματήσουν αυτά». Τέτοιες αναλαμπές είχαμε και στις Ανατολικές χώρες, που ήταν πιο σημαντικές απ’ τις πολιτικές σχέσεις ισχύς και κατέστρεψαν τον κόσμο της παραδειγματικής γραφειοκρατίας. Μετά η κοινή γνώμη ξανασυνελήφθη απ’ την κυρίαρχη εξουσία. Ωστόσο πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με την κοινή γνώμη, γιατί μας επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις. Η κοινή γνώμη, είναι σαν τα ρεφρέν που κυκλοφορούν. Είναι ρεφρέν προσώπων, ποδοσφαιρικών αγώνων, αναπαραστάσεις μόδας, συναντήσεις κορυφής, που στη συνέχεια γίνονται χιονοκρύσταλλοι και μετά λιώνουν. Έτσι, πολιτικοί άντρες, αστέρες του τραγουδιού και του σινεμά, παρασύρονται απ’ αυτά τα κύματα και κάποτε πέφτουν κάτω γιατί τα κύματα κάπου σπάνε. Η κοινή γνώμη δεν είναι μια μοναδική κοινή γνώμη, είναι κυματισμοί υποκειμενικότητας που διασταυρώνονται, που αλληλοεπηρεάζονται. Το ζήτημα είναι να μην υφίσταται βιομηχανία ή εξουσία, ένας μολυβένιος όγκος που να πιέζει την κοινή γνώμη μέσα απ’ τα μίντια, τα C.N.N, τα παγκόσμια δίκτυα τύπου. Αλλά να επαναλειτουργήσει, να εξατομικευθεί, να γίνει φορέας εξουσίας, φορέας αξιών, ν’ αποτελέσει μια νέα μετάλλαξη των οικουμενικών αξιών.


«Στο κύκνειό τους άσμα, στο τελευταίο τους βιβλίο: «Τι είναι η Φιλοσοφία», σαν ένα κομμάτι για πιάνο παιγμένο από τέσσερα χέρια, Ντελέζ και Γκουαταρί αναρωτιούνται τι έκαναν σε όλη τους τη ζωή, τι είναι επιτέλους η φιλοσοφία; Τι είναι πέρα από μια άσκηση ύφους. Και λένε ότι: θα έπρεπε να ‘ρθει το γήρας για να αποκτήσουν αυτήν την ελευθερία που είχε ο Τιτσιάνος γέρος, ο Μονέ γέρος, ή ο Τέρνερ γέρος (οι μεγάλοι ζωγράφοι). Όταν πια, ανάμεσα στην ελευθερία και στην ανάγκη που χαρίζει το μεσοδιάστημα, το πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο, όταν όλα τα όργανα, όλα τα κομμάτια της μηχανής συνδυάζονται, όταν οι άνθρωποι εξαντλούνται να καταλάβουν, πως η φιλοσοφία δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια δημιουργία. Μια δημιουργία εννοιών που την κάνουν εννοιολογικά πρόσωπα, όπως είναι κατ’ εξοχήν οι δύο φίλοι».

Οι χειμωνιάτικοι χρόνοι…

Πρέπει όμως να είναι κανείς και βλάκας. Πρέπει να δέχεται το πεπερασμένο. Να μπορεί να διαμορφώνει σκέψεις σαν του Σάμουελ Μπέκετ, σκέψεις παγιδευμένες στην πυκνότητα της ύπαρξης, όπου δεν υπάρχει καταφύγιο ούτε και σωτηρία. Βρισκόμαστε σ’ ένα πήγαινε-έλα μεταξύ αυτού του είδους σκέψης και στο ν’ αναρωτιόμαστε τι μπορούμε να κάνουμε με τη σκλήρυνση, τη γραφειοκρατικοποίηση που προκαλεί γάγγραινα στους θεσμούς, στους Πανεπιστημιακούς ή ψυχιατρικούς θεσμούς. Είναι πολύ δύσκολο ν’ αποφανθεί κανείς γιατί δε θ’ αλλάξουν πολύ τα πράγματα με το να επινοήσει ένα νέο διοικητικό σχήμα, έναν προγραμματισμό. Τα πράγματα αλλάζουν μόνο από εστίες μεταλλακτικής έκφρασης, που σε κάνουν να θέλεις ν’ αλλάξεις τα πράγματα, που προτρέπουν την αλλαγή και τη συλλογική δημιουργικότητα. Σε σχέση με τη δεκαετία του ’60, η συλλογική δημιουργικότητα έχει πέσει σ’ αυτό που ονομάζω «χειμωνιάτικους χρόνους», σ’ ένα είδος παγετοποίησης.




Υπάρχει πάντα ένα μικρό περιθώριο, μια δυνατότητα. Μέσα στον Πανεπιστημιακό χώρο υπάρχουν μερικοί φίλοι, υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργηθεί ένας πυρήνας που πιθανόν να βρει απήχηση κι ανταπόκριση. Αυτές οι τοπικές, μικροπολιτικές διαστάσεις ίσως να επηρεάσουν μεγάλα φαινόμενα μοριακής μετάλλαξης. Αφού, τελικά, το τοπικό επικοινωνεί τώρα με το διαπλανητικό. Με το ν’ ασχοληθείς με την υπεράσπιση των δέντρων που θέλει να κόψει ο Σιράκ στο Παρίσι. Ν’ ασχοληθείς με την υπεράσπιση των ζώων, της βιόσφαιρας, να πολεμήσεις ενάντια στη μόλυνση, έχει άμεση απήχηση στο ερώτημα: «Με τι τρόπο ζούμε πάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη;» Μήπως οι άνθρωποι πίστεψαν πως ζούνε στο σύμπαν όπως κάτω από το βλέμμα του Θεού κι έχουν θεϊκό προνόμιο γιατί είναι δημιούργημα του Θεού κι επομένως, δεν έχουν καμιά ευθύνη απέναντι στη βιόσφαιρα, στο σύμπαν, στην ίδια την ύπαρξη. Και ξαφνικά σήμερα τους λέμε μέσα από τα μικρά μας έργα: «Κάνε ό,τι θέλεις, αλλά είσαι υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει. Έχεις μια ηθικο-πολιτική ευθύνη για το μέλλον, κι όχι μόνο της ανθρώπινης ζωής πάνω στον πλανήτη αλλά και για το μέλλον κάθε ζωϊκού είδους, το μέλλον της βιόσφαιρας, ακόμα και το μέλλον της ύπαρξης».
Γιατί η ύπαρξη δεν είναι θεϊκό προνόμιο, παράγεται απ’ τη συλλογική έκφραση που αποτελείται απ’ το μείγμα ατομικού και συλλογικού μηχανισμού, τεχνολογικού κι επιστημονικού μηχανισμού. Όλο αυτό το πλέγμα μηχανισμών παράγει την ύπαρξη, παράγει αυτόν τον εκπληκτικό ίλιγγο. Κι έτσι, σήμερα τελικά, ο Θεός είμαστε εμείς. Αυτό είναι το συλλογικό σχέδιο που ζούμε.

Για την Ευρώπη…

Αυτό που συνέβη είναι ότι πάρθηκε η εξουσία από μία ψευδο-ομαλότητα, όπου το Πανεπιστήμιο ελέγχεται από τους στυλοβάτες της γνώσης. Ένας φαινομενικός θρίαμβος του νέο-φιλελευθερισμού, της θρησκείας της αγοράς! Σα να πρόκειται η είσοδος στην οικονομική αγορά να λύσει ως εκ θαύματος όλα μας τα προβλήματα. Ακολούθησαν πολλές αυταπάτες, πολύς θαυμασμός, ιδιαίτερα απ’ τις Ανατολικές χώρες προς τα Δυτικά πρότυπα. Φτάνοντας όμως στους στόχους, βλέπουν πως είναι πολύπλοκο. Κι έχουμε αυτό που ονομάζω «παγετοποίηση» με την είσοδό μας στα «χειμωνιάτικα χρόνια». Κι αναρωτιόμαστε πότε θα ξεφύγουμε ενώ αναπτύσσουμε κυνικές θεωρίες όπως ο μετα-μοντερνισμός, που λέει πως έτσι είναι και δε μπορούμε παρά να συμβιβαστούμε. Αυτά όμως είναι ένα ανακάτεμα σκέψεων και ψευδαισθήσεων και μέσα από εκεί ορθώνεται μπροστά μας το ερώτημα, και μάλιστα θα το έλεγα το ερώτημα του ερωτήματος, ένας νέος προβληματισμός, μια νέα αντιμετώπιση προοπτικών. Νομίζω πως βρισκόμαστε μέσα σ’ ένα μείγμα που αποτελείτε από μια συλλογική αποθάρρυνση - πολύ έντονη στην Ευρώπη - και συγχρόνως μιας ελπίδας για μια ανοικοδόμηση. Δεν έχει εκδηλωθεί ακόμα κάτι χειροπιαστό σ’ αυτόν τον τομέα, παρόλο που στον οικολογικό, οι άνθρωποι άρχισαν ν’ αντιδρούνε. Όλα αυτά είναι ακόμα μπροστά μας, είναι το μέλλον σ’ εξέλιξη.

Σήμερα ποιος είναι ο δημιουργός ιδεών; Δεν είναι οι διανοούμενοι αρχηγοί μ’ ένα μεγάλο «Α». Είναι μη διανοητικές κατατάξεις, είναι γεωπολιτικές, ευαισθησιακές μεταλλάξεις. Είναι η ικανότητα να δεις τον κόσμο όπως εξελίσσεται. Αυτό σημαίνει σήμερα να είσαι δημιουργός ιδεών. Η Ελλάδα είναι ο κακός μαθητής κι εκεί είναι όλη της η ιδιαιτερότητα. Ευτυχώς που υπάρχουν κακοί μαθητές σαν την Ελλάδα, που προβάλλουν μια πολυπλοκότητα, μια άρνηση απέναντι σε μια συγκεκριμένη Γερμανο-Γαλλική ομαλότητα. Εξακολουθήστε να είστε κακοί μαθητές και θα παραμείνουμε καλοί φίλοι!


«Κι εγώ με τη σειρά μου, όλη μου τη ζωή συλλογιζόμουν και δούλευα πάνω σ’ αυτή τη φράση από τον Αντι-Οιδίποδα του Γκουαταρί: “Ακόμη περισσότερη διαστροφή, ακόμη περισσότερα τεχνάσματα”. Δηλαδή, ακόμη περισσότερη σχάση, απομάκρυνση, διαστροφή από την ταυτότητα και τις παγιώσεις, μετατροπή του εαυτού σε κομματάκια, σε εξαρτήματα, σ’ αυτό που ονομάζει ο Γκουαταρί: «Χάοσμος», χάος δηλαδή και κόσμος. Σ’ αυτές τις σχιζοειδής ροές για τις οποίες μας μιλάει ο Σάμουελ Μπέκετ: βότσαλα, τσέπες, στόμα, παπούτσι, ένα κομμάτι πίπας, ένα πακέτο. Σ’ αυτήν την ροή της γλώσσας και της επιθυμίας».

Επίλογος
 
Πέρασα από μια έντονη κρίση κατάθλιψης που κράτησε πάνω από δύο χρόνια. Ήταν πριν μερικά χρόνια και μόλις τώρα συνέρχομαι. Τελικά ήταν μια πολύ σημαντική, πολύ πλούσια εμπειρία. Η εμπειρία της κατάθλιψης, το χάσιμο των αισθήσεων, των προγραμμάτων, του κόσμου, μια προσγείωση πάνω στην πιο οικεία πλευρά της ύπαρξης. Και, συγχρόνως, μια ενδοσκόπηση βέβαια, αναμφισβήτητα. Γι’ αυτό έγραψα αυτό το βιβλιαράκι για το Χάοσμο. Ήταν οι σκέψεις μου πάνω στο βύθισμά μου στην κατάθλιψη. Είμαστε περιτριγυρισμένοι από τοίχους -εννοιολογικούς τοίχους- κι απ’ το αίσθημα ανικανότητας. Απ’ το αίσθημα ότι όλα είναι τα ίδια και τίποτα δεν αλλάζει. Κι αρκεί μια ρωγμή στον τοίχο, για να δούμε αμέσως πως ο τοίχος είναι διαπερατός. Ήταν σ’ ένα γράμμα του Βαν Γκονγκ αυτό. Ναι, στο γράμμα προς τον Τεό. Είναι ο τρόπος που πιάνεις τον εαυτό σου πάνω στον παροξυσμό. Και πάντα ο ίλιγγος της αυτοκαταστροφής. Σαν η αυτοκαταστροφή, το τέλος των πάντων, να γινόταν ένα αντικείμενο ερωτισμού και να έπαιρνε αυτό την εξουσία. Αυτός είναι κι ο χειρισμός της κατάθλιψης. Να δεχθείς απ’ τη μία τον ίλιγγο της ακύρωσης και μέσα απ’ αυτό, ίσως να ξαναστήσεις μια εικόνα του κόσμου. Ένα φως… δεν ξέρω… Δεν είναι ακριβώς σοφία, αλλά…
 

«Η φράση του Γκουαταρί: «Είμαστε όλοι γκρουπούσκουλα», που σημαίνει ότι και το άτομο, κι η μονάδα, ο καθένας από μας είναι ένα τέτοιο δυναμικό γκρουπούσκουλο, μια μηχανή πολέμου. Σχολιάστηκε από τον Ντελέζ, σ’ έναν πρόλογο σε βιβλίο του Γκουαταρί, με τα εξής: «Ο Γκουαταρί, ενσαρκώνει την έννοια του αντί-εγώ». Και αυτό το αντί-εγώ, αυτή η σχάση μέσα στο Εγώ που ξεπερνάει την ταυτότητα, που διαχέεται, που γίνετε ένα γίγνεσθαι. Ένα γίγνεσθαι γυναίκα, ένα γίγνεσθαι πουλί, ένα γίγνεσθαι μουσική, αυτή είναι η σημασία που κομίζει η σχιζο-ανάλυσή του». Ο Φελίξ Γκουαταρί, που δεν υπάρχει πια, έχει το μερτικό του στη φράση που έλεγε ο Μισέλ Φουκώ για τον Ζιλ Ντελέζ: Ο αιώνας μας, αν θα είναι κάτι, θα είναι Ντελεζ-ικός».

Δεν είμαστε πια εμείς οι ίδιοι. Ο καθένας θα γνωρίζει τους δικούς του. Βοηθηθήκαμε, εμπνευστήκαμε, πολλαπλασιαστήκαμε ο ένας απ’ τον άλλον.

 
Ο Φελίξ Γκουαταρί, πέθανε στις 29 Αυγούστου του 1992, στο σπίτι του στο Παρίσι από καρδιακή προσβολή.

________________________
Παραγωγή: Ε.Ρ.Τ Α.Ε
Εκπομπή: ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ
Απόδοση διαλόγων: Κατερίνα Κοϊνη Μωραίτη
Παρουσίαση Γιώργος Βέλτσος

Προτάσεις